Η ψυχοθεραπεύτρια – σεξολόγος Ελεάννα Ελευθερίου απαντά και
τεκμηριώνει πως η στέρηση σεξ μπορεί να είναι τόσο ψυχολογικά όσο και
βιολογικά επιζήμια.
Η γυναικεία σεξουαλικότητα ήταν, και εν μέρει παραμένει ακόμα
δαιμονοποιημένη. Είτε αναφερόμαστε στην εκδήλωση της είτε στην καταπίεση
και την απουσία εκδηλώσεων της, οι μύθοι πάντα οργίαζαν καταδικάζοντας
τη γυναίκα ακόμα και σε ακραίες καταληκτικές συνθήκες, όπως το πυρ το
εξώτερον ή την απόλυτη αποχή. Αντιλήψεις που τη χαρακτήριζαν άλλοτε
ακάθαρτη και ελευθέρων ηθών και άλλοτε αντικείμενο που δεν επιθυμεί και
δε νιώθει, ενώ η σεξουαλική του ζωή είχε μικρή διάρκεια ζωής, ξεκινώντας
πρόωρα τη στιγμή που θα μάτωνε και τελειώνοντας όταν θεωρούνταν
γερασμένη, πρώιμα κι αυτό, γιατί δεν θα ξαναμάτωνε πια, ευνούχισαν τη
σεξουαλικότητα της γυναίκας και καταδίκασαν την ίδια σε μια σιωπηλή ανοχή. Η γυναίκα δηλαδή που κάνει σεξ και απολαμβάνει τον έρωτα είναι μια Μανταμ Εντουαρντά -η εκδιδόμενη ηρωίδα του Μπατάιγ… η γυναίκα που δεν κάνει σεξ καταλήγει να είναι μια υστερική.
Η άποψη ότι η έλλειψη του σεξ οδηγεί προς την υστερία είναι παλιά και δεν έχει επιστημονική ισχύ, πάρα το ότι ακόμα μοιάζει οι δύο αυτές καταστάσεις να συσχετίζονται στον κοινό νου, με τη σχέση αιτίας – αιτιατού. Η υστερία είναι μια ασυνείδητη παράσταση κατά την οποία η γυναίκα υποδύεται ουσιαστικά το ρόλο της γυναίκας, περισσότερο από ότι είναι η ίδια γυναίκα. Η σχέση βέβαια μεταξύ υστερίαs και σεξ υφίσταται, αλλά από άλλη σκοπιά, ενώ συνδετικός κρίκος μεταξύ της σεξουαλικής στέρησης και της υστερίας, μπορεί να αποτελεί η έλλειψη πραγματικού ενδιαφέροντος για το σεξ. Σύμφωνα με τις ψυχαναλυτικές θεωρίες το άτομο που πάσχει από υστερία, έχει μέσα του αδιαφοροποίητη τη διάσταση του φύλου(αρσενικό-θηλυκό). Συνυπάρχει δηλαδή η ιδέα του κόλπου και του φαλλού. Πιο συγκεκριμένα θα μπορούσαμε να πούμε ότι στον ασυνείδητο χώρο δεν έχει γίνει σαφής διαφοροποίηση, κάτι που έχει να κάνει με ασυνείδητες καταστάσεις όπως το οιδιπόδειο σύμπλεγμα και το φθόνο του φαλλού. Λόγω της υστερίας μπορεί να εκδηλωθεί μια υπερ-σεξουαλική συμπεριφορά που περιστρέφεται γύρω από τη πρόκληση και όχι γύρω από μια πραγματική επιθυμία. Η πρόκληση και η σαγήνη που βεβαίως στη περίπτωση της υστερίας δεν είναι αυθεντικές, δεν έχουν σκοπό να κατακτήσουν τον άνδρα. Μέσω αυτών και του αποτελέσματός τους σκοπός είναι να ενισχυθεί η ιδέα της γυναίκας για τον εαυτό της ότι είναι ερωτική, να κάνει δηλαδή μια τεχνητή ταύτιση με τη γυναίκα, ενώ παράλληλα μπορεί να εκφράζεται προς τον άνδρα μια επιθετικότητα.
Το σεξ αποτελεί πηγή ζωής, μέσο εκτόνωσης και συναισθηματικής ανταλλαγής και για τα δυο φύλα. Πηγή ζωής όχι όμως αποκλειστικά διότι είναι ταυτισμένο με τη γονιμοποίηση και τη συνέχεια της ζωής, αλλά γιατί μέσα από το σεξ νιώθουμε ζωντανοί, νέοι. Οι άνθρωποι που κάνουν σεξ νιώθουν νεότεροι, ομορφότερο, υγιέστεροι, έχουν διάθεση για ζωή, ενώ αντίθετα οι άνθρωποι που στερούνται το σεξ, μοιάζει να βιώνουν ένα ψυχικό μαρασμό, ενίοτε και σωματικό. Το σεξ υπηρετεί κατά κάποιο τρόπο την ενόρμηση της ζωής που ωθεί τον άνθρωπο, τον εξελίσσει και τον θωρακίζει απέναντι στη καταστροφική ενόρμηση του θανάτου.
Παράλληλα το σεξ αποτελεί και εγκεφαλική υπόθεση, μια συμφωνία χημικών αντιδράσεων όπου νευροδιαβιβαστές και ορμόνες οδηγούν στην εκτόνωση της σεξουαλικής ορμής.
Για όλα τα έμβια όντα το σεξ είναι σημαντικό. Η διαφορά όμως του ανθρώπου από τα ζώα είναι ο οίστρος που δεν διαθέτει ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος δηλαδή μπορεί να κάνει σεξ πρακτικά όποτε θέλει.
Και για τα δυο φύλα όλα τα παραπάνω έχουν εξέχουσα σημασία όμως στη περίπτωση της γυναίκας το σεξ είναι σημαντικό και για έναν παραπάνω λόγο. Το βιολογικό σύστημα της γυναίκας είναι πολύ πιο πολύπλοκο σε σχέση με το ανδρικό. Η γυναίκα έχει παραπάνω από μια ορμόνες που εμπλέκονται στη σεξουαλική της λειτουργία, ενώ ο «οίστρος της γυναίκας», η έμμηνος ρήση, επιφέρει πολλές διαταραχές στη διάθεση της κυρίως ορμονο-εξαρτώμενες, και το σεξ διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στην αποκατάσταση τους. Το σεξ δηλαδή μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο εκτόνωσης όλης της συσσωρευμένης σεξουαλικής έντασης και επιβεβαίωσης της γυναίκας, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι η έμμηνος ρήση έρχεται για να σηματοδοτήσει μια «αποτυχία» της φύσης να συλλάβει.
Αν λοιπόν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι ως σεξουαλική αποχή ή στέρηση ορίζουμε ένα είδος αυτοπεριορισμού εκούσιων σωματικών δραστηριοτήτων που είναι ευχάριστες για το άτομο, ορισμός που από μόνος πιθανότατα μπορεί να προκαταβάλλει τη διάθεση μιας γυναίκας γιατί μιλά για επιβεβλημένη στέρηση, μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί η γυναίκα που απέχει από το σεξ μπορεί να αποκτήσει ευερεθιστικότητα, δυσκολία προσέγγισης και εγγύτητας. Όταν η γυναίκα στερείτε το σεξ και τη σεξουαλική ικανοποίηση τα εγκεφαλικά κυκλώματα που αφορούν στη σεξουαλική λειτουργία υπολειτουργούν με αποτέλεσμα η libido σταδιακά να πέφτει σε χειμερία νάρκη.
Μέσω των νευροδιαβιβαστών και του εκκριτικού παράγοντα των γοναδοτροπινών δημιουργούνται αλληλεπιδράσεις μεταξύ μέσου εγκεφάλου και υποθαλάμου. Υπό την επιρροή ψυχικών διεργασιών δημιουργούνται περαιτέρω αλληλεπιδράσεις μεταξύ των αναπαραγωγικών ορμονών όπως η τεστοστερόνη και τα οιστρογόνα με ορμόνες όπως η ανδροστενδιόνη και η δευδροεπιανδροστερόνη, η ωκυτοκίνη, η προλακτίνη και η β-ενδορφίνη που διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη σεξουαλική επιθυμία αλλά και στη σεξουαλική ικανοποίηση.
Η σχέση όμως μεταξύ ορμονών και συμπεριφοράς είναι αμφίδρομη και επιρροή ασκείται προς και από τις δύο πλευρές. Οι ορμόνες δεν μπορούν από μόνες τους να αλλάξουν μια συμπεριφορά είτε θετικά είτε αρνητικά, αντίστοιχα όμως μπορούν να επηρεάσουν την πιθανότητα εκδήλωσης της υπό την παρουσία ή αντίστοιχα την απουσία του κατάλληλου ερεθίσματος, όπως είναι το σεξουαλικό ερέθισμα. Όπως λοιπόν το σεξ επηρεάζει, αποκαθιστά ή αυξάνει την ευεξία του οργανισμού, έτσι και η έλλειψη του πιθανότατα είναι εκτός από ψυχικά και βιολογικά επιζήμια.
πηγη

Ελεάννα Ελευθερίου Σεξολόγος-Ψυχολόγος
σεξουαλικότητα της γυναίκας και καταδίκασαν την ίδια σε μια σιωπηλή ανοχή. Η γυναίκα δηλαδή που κάνει σεξ και απολαμβάνει τον έρωτα είναι μια Μανταμ Εντουαρντά -η εκδιδόμενη ηρωίδα του Μπατάιγ… η γυναίκα που δεν κάνει σεξ καταλήγει να είναι μια υστερική.
Η άποψη ότι η έλλειψη του σεξ οδηγεί προς την υστερία είναι παλιά και δεν έχει επιστημονική ισχύ, πάρα το ότι ακόμα μοιάζει οι δύο αυτές καταστάσεις να συσχετίζονται στον κοινό νου, με τη σχέση αιτίας – αιτιατού. Η υστερία είναι μια ασυνείδητη παράσταση κατά την οποία η γυναίκα υποδύεται ουσιαστικά το ρόλο της γυναίκας, περισσότερο από ότι είναι η ίδια γυναίκα. Η σχέση βέβαια μεταξύ υστερίαs και σεξ υφίσταται, αλλά από άλλη σκοπιά, ενώ συνδετικός κρίκος μεταξύ της σεξουαλικής στέρησης και της υστερίας, μπορεί να αποτελεί η έλλειψη πραγματικού ενδιαφέροντος για το σεξ. Σύμφωνα με τις ψυχαναλυτικές θεωρίες το άτομο που πάσχει από υστερία, έχει μέσα του αδιαφοροποίητη τη διάσταση του φύλου(αρσενικό-θηλυκό). Συνυπάρχει δηλαδή η ιδέα του κόλπου και του φαλλού. Πιο συγκεκριμένα θα μπορούσαμε να πούμε ότι στον ασυνείδητο χώρο δεν έχει γίνει σαφής διαφοροποίηση, κάτι που έχει να κάνει με ασυνείδητες καταστάσεις όπως το οιδιπόδειο σύμπλεγμα και το φθόνο του φαλλού. Λόγω της υστερίας μπορεί να εκδηλωθεί μια υπερ-σεξουαλική συμπεριφορά που περιστρέφεται γύρω από τη πρόκληση και όχι γύρω από μια πραγματική επιθυμία. Η πρόκληση και η σαγήνη που βεβαίως στη περίπτωση της υστερίας δεν είναι αυθεντικές, δεν έχουν σκοπό να κατακτήσουν τον άνδρα. Μέσω αυτών και του αποτελέσματός τους σκοπός είναι να ενισχυθεί η ιδέα της γυναίκας για τον εαυτό της ότι είναι ερωτική, να κάνει δηλαδή μια τεχνητή ταύτιση με τη γυναίκα, ενώ παράλληλα μπορεί να εκφράζεται προς τον άνδρα μια επιθετικότητα.
Το σεξ αποτελεί πηγή ζωής, μέσο εκτόνωσης και συναισθηματικής ανταλλαγής και για τα δυο φύλα. Πηγή ζωής όχι όμως αποκλειστικά διότι είναι ταυτισμένο με τη γονιμοποίηση και τη συνέχεια της ζωής, αλλά γιατί μέσα από το σεξ νιώθουμε ζωντανοί, νέοι. Οι άνθρωποι που κάνουν σεξ νιώθουν νεότεροι, ομορφότερο, υγιέστεροι, έχουν διάθεση για ζωή, ενώ αντίθετα οι άνθρωποι που στερούνται το σεξ, μοιάζει να βιώνουν ένα ψυχικό μαρασμό, ενίοτε και σωματικό. Το σεξ υπηρετεί κατά κάποιο τρόπο την ενόρμηση της ζωής που ωθεί τον άνθρωπο, τον εξελίσσει και τον θωρακίζει απέναντι στη καταστροφική ενόρμηση του θανάτου.
Παράλληλα το σεξ αποτελεί και εγκεφαλική υπόθεση, μια συμφωνία χημικών αντιδράσεων όπου νευροδιαβιβαστές και ορμόνες οδηγούν στην εκτόνωση της σεξουαλικής ορμής.
Για όλα τα έμβια όντα το σεξ είναι σημαντικό. Η διαφορά όμως του ανθρώπου από τα ζώα είναι ο οίστρος που δεν διαθέτει ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος δηλαδή μπορεί να κάνει σεξ πρακτικά όποτε θέλει.
Και για τα δυο φύλα όλα τα παραπάνω έχουν εξέχουσα σημασία όμως στη περίπτωση της γυναίκας το σεξ είναι σημαντικό και για έναν παραπάνω λόγο. Το βιολογικό σύστημα της γυναίκας είναι πολύ πιο πολύπλοκο σε σχέση με το ανδρικό. Η γυναίκα έχει παραπάνω από μια ορμόνες που εμπλέκονται στη σεξουαλική της λειτουργία, ενώ ο «οίστρος της γυναίκας», η έμμηνος ρήση, επιφέρει πολλές διαταραχές στη διάθεση της κυρίως ορμονο-εξαρτώμενες, και το σεξ διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στην αποκατάσταση τους. Το σεξ δηλαδή μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο εκτόνωσης όλης της συσσωρευμένης σεξουαλικής έντασης και επιβεβαίωσης της γυναίκας, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι η έμμηνος ρήση έρχεται για να σηματοδοτήσει μια «αποτυχία» της φύσης να συλλάβει.
Αν λοιπόν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι ως σεξουαλική αποχή ή στέρηση ορίζουμε ένα είδος αυτοπεριορισμού εκούσιων σωματικών δραστηριοτήτων που είναι ευχάριστες για το άτομο, ορισμός που από μόνος πιθανότατα μπορεί να προκαταβάλλει τη διάθεση μιας γυναίκας γιατί μιλά για επιβεβλημένη στέρηση, μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί η γυναίκα που απέχει από το σεξ μπορεί να αποκτήσει ευερεθιστικότητα, δυσκολία προσέγγισης και εγγύτητας. Όταν η γυναίκα στερείτε το σεξ και τη σεξουαλική ικανοποίηση τα εγκεφαλικά κυκλώματα που αφορούν στη σεξουαλική λειτουργία υπολειτουργούν με αποτέλεσμα η libido σταδιακά να πέφτει σε χειμερία νάρκη.
Μέσω των νευροδιαβιβαστών και του εκκριτικού παράγοντα των γοναδοτροπινών δημιουργούνται αλληλεπιδράσεις μεταξύ μέσου εγκεφάλου και υποθαλάμου. Υπό την επιρροή ψυχικών διεργασιών δημιουργούνται περαιτέρω αλληλεπιδράσεις μεταξύ των αναπαραγωγικών ορμονών όπως η τεστοστερόνη και τα οιστρογόνα με ορμόνες όπως η ανδροστενδιόνη και η δευδροεπιανδροστερόνη, η ωκυτοκίνη, η προλακτίνη και η β-ενδορφίνη που διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη σεξουαλική επιθυμία αλλά και στη σεξουαλική ικανοποίηση.
Η σχέση όμως μεταξύ ορμονών και συμπεριφοράς είναι αμφίδρομη και επιρροή ασκείται προς και από τις δύο πλευρές. Οι ορμόνες δεν μπορούν από μόνες τους να αλλάξουν μια συμπεριφορά είτε θετικά είτε αρνητικά, αντίστοιχα όμως μπορούν να επηρεάσουν την πιθανότητα εκδήλωσης της υπό την παρουσία ή αντίστοιχα την απουσία του κατάλληλου ερεθίσματος, όπως είναι το σεξουαλικό ερέθισμα. Όπως λοιπόν το σεξ επηρεάζει, αποκαθιστά ή αυξάνει την ευεξία του οργανισμού, έτσι και η έλλειψη του πιθανότατα είναι εκτός από ψυχικά και βιολογικά επιζήμια.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου