
Υπάρχει
μία κατάσταση στην οποία κάθε γυναίκα έχει βρεθεί τουλάχιστον
μία φορά στη ζωή της: η αίσθηση αδυναμίας και ανεπάρκειας όταν σε
μια προσπάθεια δίαιτας, η ζυγαριά έχει κολλήσει,
αυτολύπησης όταν έχει ενδώσει σε έναν πειρασμό κι έχει
”χαλάσει” τη δίαιτα, έχει παρεκτραπεί. Είναι
επίσης γνωστές και οι υποσχέσεις που ακολουθούν, όπως, “Από εδώ
και στο εξής θα είμαι πιο εγκρατής”, ή “Αρχίζω ξανά από εβδομάδα
δίαιτα”. Τι ακριβώς συμβαίνει στον ψυχισμό μας λοιπόν, όταν
αποφασίζουμε να κάνουμε δίαιτα; Και γιατί τόσο συχνά, όλα πάνε
τόσο στραβά;
Το πρώτο πράγμα που χρειάζεται να εξετάσουμε, είναι κατά πόσο η απόφασή μας για δίαιτα, αντανακλά μια πραγματική μας ανάγκη. Άτομα παχύσαρκα και υπέρβαρα (υπάρχουν σαφή ιατρικά κριτήρια γι αυτές τις κατηγορίες), είναι πιθανό μέσα από την απόφασή τους για περιορισμό της τροφής να ανταποκρίνονται στην ανάγκη τους για υγεία και καλύτερη φυσική κατάσταση. Υπάρχει όμως κάποια άλλη ανάγκη που σπρώχνει τις γυναίκες (τα τελευταία χρόνια και άντρες) με φυσιολογικό σωματικό βάρος, να θέλουν μόνιμα να χάσουν ”άλλα πέντε κιλά”;

Ο λόγος, είναι η εσωτερική σύγκρουση που αναπτύσσεται εξαιτίας των μη αφομοιωμένων ενδοβολών που περιγράψαμε. Συγκεκριμένα, υπάρχει μέσα μας μια φωνή που προέρχεται από όλα όσα έχουμε δεχθεί ως ´´πρέπει και σωστά´´, και μας υπαγορεύει τι πρέπει να κάνουμε, μας διορθώνει, μας επαναφέρει στην τάξη. Είναι μια φωνή συχνά ελεγκτική, άκαμπτη, αυταρχική, κριτική, απορριπτική (´´Πώς είσαι έτσι, ποιος θα σε κοιτάξει τόσο χοντρή, ποιο είναι το πρόβλημά σου ´´ κτλ). Είναι ο αφέντης που διατάζει, απαιτεί και τιμωρεί. Όπως κάθε αφέντης, χρειάζεται και έναν δούλο να διατάζει. Αυτόν το ρόλο παίζει το κομμάτι του εαυτού μας που είναι πιο ανώριμο, ανεύθυνο, αναβλητικό, τεμπέλικο, κτλ. Είναι αυτό που λέει: ”Έκανα ό,τι μπορούσα, ήταν πολύ δύσκολο, θα αρχίσω από Δευτέρα” κτλ. Έτσι, ενώ το ελεγκτικό μας κομμάτι προσπαθεί να μας επιβάλει με το ζόρι το σωστό, το αντιδραστικό μας κομμάτι μάς χειρίζεται με ελιγμούς και δικαιολογίες. Πολλές φορές, αυτή η σύγκρουση μάς είναι γνωστή, άλλες φορές, αν ταυτιζόμαστε περισσότερο πχ. με τον αφέντη, είναι ασυνείδητη. Είναι ένα δίπολο που κινείται σαν εκκρεμές πότε στον ένα πόλο και πότε στον άλλο. Όταν κερδίζει ο αφέντης, πετυχαίνει, αλλά καταπιέζει. Όταν κερδίζει ο δούλος, είναι χαλαρά, αλλά έχει συνέπειες. Κάθε εκκρεμές ισορροπεί στο κέντρο. Γι αυτό η σύγκρουση δε μπορεί να σταματήσει να έχει ανασταλτικά αποτελέσματα σε κάθε προσπάθειά μας να κάνουμε δίαιτα, παρά μόνο αν αναγνωριστεί και αφομοιωθεί. Αν επέλθει ισορροπία. Αυτό σημαίνει να δοθεί χώρος να εκφραστούν και τα δύο συγκρουόμενα κομμάτια και να ενσωματωθούν ως δικά μας. Χρειάζεται να ανιχνευθεί η θετική τους λειτουργία, ο λόγος δηλαδή που υπάρχουν μέσα μας και τα δύο.
Και στη συνέχεια πρέπει αυτά τα δύο μας κομμάτια να μιλήσουν μεταξύ τους σαν καλοί φίλοι. Πχ. μπορεί να πει ο δούλος στον αφέντη: ”Το ξέρω ότι μου μιλάς έτσι για να με προστατεύσεις, αλλά αυτό δε με βοηθά καθόλου, πρέπει να βρεις άλλον τρόπο”. Αυτή είναι μια διαδικασία δύσκολη και μοναδική για τον καθένα. Αλλά όπως συμβαίνει και σε όλες τις συγκρούσεις μας, υπεύθυνη και άκρως απελευθερωτική.
Από την Ειρήνη Γεωργίου, Ψυχοθεραπεύτρια Gestalt
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου